
Το μπουζούκι και η Ελληνική λαϊκή μουσική
Το μπουζούκι έχει διανύσει μια 80χρονη πορεία, από το 1933 που ηχογραφήθηκε για πρώτη φορά
στην Ελλάδα, μέχρι σήμερα. Ξεκινώντας από το ρεμπέτικο πέρασε από διάφορες περιόδους, που κάθε
μια είχε τα δικά της χαρακτηριστικά. Τα βασικά κριτήρια με τα οποία μπορεί κανείς να διαχωρίσει αυτές
τις περιόδους μεταξύ τους είναι δύο. Το πρώτο κριτήριο είναι ο τρόπος που παίχτηκε σε κάθε μια απ’
αυτές τις εποχές και το δεύτερο είναι η προβολή του μέσα από το λαϊκό τραγούδι. Το λαϊκό τραγούδι
υπήρξε, αν όχι το μοναδικό, αναμφισβήτητα το βασικότερο μέσο προβολής του μπουζουκιού γι αυτό
και επηρέασε καταλυτικά την εξέλιξή του.
Με αυτά τα δύο κριτήρια μπορεί εύκολα κάποιος να διακρίνει την περίοδο της ακμής που πέρασε το
μπουζούκι στις τέσσερις περίπου πρώτες δεκαετίες και την αποδυνάμωση του ρόλου του μέσα στη λαϊκή
μας μουσική από τα τέλη της δεκαετίας 1960 – ’70 μέχρι και σήμερα.
Το γεγονός ότι στις πρώτες δεκαετίες είχε μια πολύ έντονη παρουσία μέσα στο λαϊκό τραγούδι οφείλεται σε κάποιους συγκεκριμένους
παράγοντες που έπαιξαν καθοριστικό ρόλο. Ο βασικότερος παράγοντας είναι ότι το ρεμπέτικο – λαϊκό τραγούδι μέχρι και πριν το
1960 γράφτηκε αποκλειστικά από τους παίκτες του μπουζουκιού, τον Βαμβακάρη, Τσιτσάνη, Χιώτη, Παπαϊωάννου και άλλους
που ήταν παράλληλα και λαϊκοί συνθέτες. Όλοι αυτοί, εκτός από το να γράψουν τα τραγούδια που έγραψαν, είχαν και σαν
βασική επιδίωξη μέσα απ’ αυτά να προβάλουν και το μπουζούκι.
Αυτό το κατάφεραν αφ ενός με τον εκφραστικό τρόπο που έπαιξαν και αφ ετέρου με το ότι το ανέδειξαν με τα σολιστικά μέρη – ταξίμια
που συνόδεψαν πολλά απ’ αυτά τα τραγούδια, με τις ενδιαφέρουσες εισαγωγές που είχαν ένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον σαν μέρος του τραγουδιού,
με τα οργανικά κομμάτια που έγραψαν, με τη θέση που έδωσαν στο μπουζούκι στην ενορχήστρωση, ακόμη και στην ηχογράφηση.
Με άλλα λόγια οι παίκτες του μπουζουκιού διαχειρίστηκαν οι ίδιοι εξ ολοκλήρου την ανάδειξη του μπουζουκιού μέσα από το λαϊκό τραγούδι
και αυτό διήρκεσε μέχρι τα τέλη της δεκαετίας 1950 – 1960.
Από κει και μετά, κυρίως από τα μέσα της δεκαετίας του 1960, η σχέση του μπουζουκιού με το λαϊκό τραγούδι αρχίζει να αλλάζει.
Το λαϊκό αρχίζει να γράφεται και από άλλους συνθέτες που δεν ήταν παίκτες του μπουζουκιού, ενώ οι περισσότεροι από τους
παίκτες του μπουζουκιού γίνονται απλοί εκτελεστές και κατά συνέπεια δεν διαχειρίζονται οι ίδιοι τη συμμετοχή του στα λαϊκά τραγούδια.
Στη μεταβατική περίοδο του έντεχνου λαϊκού τραγουδιού του Θεοδωράκη του Χατζιδάκι και του Ξαρχάκου το μπουζούκι βρήκε την
απόλυτη καταξίωσή του. Οι συνθέτες αυτοί εκτός του ότι το αγαπούσαν ιδιαίτερα, συνεργάστηκαν με όλους τους κορυφαίους
δεξιοτέχνες του μπουζουκιού και τους έδωσαν μία σημαντική θέση και ρόλο στην ορχήστρα τους. Απ’ την άλλη πλευρά το μπουζούκι
πρωταγωνίστησε στα ίδια τα τραγούδια τους, ερχόμενο σε επαφή με ένα εντελώς νέο μουσικό περιβάλλον που δημιούργησε
η μελοποιημένη ποίηση.
Το λαϊκό τραγούδι έχει ήδη αρχίζει να αλλάζει πλέον από τη μια δεκαετία στην άλλη όπως είναι φυσικό. Διαμορφώνονται δύο τάσεις
που συμμετέχει το μπουζούκι, από τη μια είναι το λαϊκό εμπορικό ευκαιριακό τραγούδι και απ’ την άλλη το έντεχνο λαϊκό
που ανέδειξε, σε όλες τις περιόδους που πέρασε και εμπνευσμένους συνθέτες – τραγουδοποιούς, με αξιόλογα τραγούδια. Μάλιστα,
θα παρατηρήσει κανείς ότι λαϊκό τραγούδι έγινε σε κάποιο βαθμό, μέχρι και σήμερα, ένα είδος τραγουδιού έντεχνου που δεν συμμετέχει
το μπουζούκι και εδώ εύλογα διατυπώνεται από τους περισσότερους το ερώτημα υπάρχει σήμερα λαϊκό τραγούδι; και τι είναι τελικά
λαϊκό τραγούδι;
Η άποψή μου είναι ότι, αν εννοεί κάποιος το παλιό λαϊκό τραγούδι του ’40 και του ’50 με πρωταγωνιστικό όργανο το μπουζούκι,
φυσικά δεν υπάρχει. Αν όμως εννοεί το τραγούδι που έχει μια ευρεία αποδοχή από το κοινό, φυσικά υπάρχει και θα εξακολουθεί να υπάρχει.
Η βασική διαπίστωση που μπορεί ο καθένας να κάνει εδώ είναι ότι το λαϊκό τραγούδι άλλαξε – εκσυγχρονίστηκε προς όποια κατεύθυνση
μπορεί κάποιος να θεωρήσει, ενδιαφέρουσα ή μη και το σύμβολο της λαϊκής μας μουσικής είναι πλέον έξω απ’ αυτή την εξέλιξη, έχοντας χάσει,
τουλάχιστον μέχρι σήμερα, το μέσον του για να αναδειχτεί.
Το γεγονός αυτό έχει στρέψει όλους αυτούς που αγαπούν το μπουζούκι στα παλιά τραγούδια θεωρώντας ότι μόνο σ’ αυτά τα τραγούδια
και την εποχή μπορεί να υπάρχει. Αυτό θα καθιστούσε, πιστεύω, το μπουζούκι ένα μουσειακό όργανο. Το ίδιο άλλωστε έχει συμβεί με άλλα
παραδοσιακά όργανα, όπως για παράδειγμα είναι το λαούτο. Το λαούτο, που είναι ένα όργανο με μεγάλες δυνατότητες έχει καθηλωθεί στην
παράδοση επειδή όλα αυτά τα χρόνια δεν γράφτηκαν έργα για να αναδείξουν τις δυνατότητές του και να το εντάξουν στη σύγχρονη λαϊκή μουσική.
Από τον Θεοδωράκη και τον Χατζιδάκι και μετά, το μπουζούκι έγινε γνωστό και εκτός Ελλάδας, αγαπήθηκε και ταυτίστηκε με την Ελληνική
λαϊκή μουσική. Ίσως αυτό, το ότι δηλαδή το μπουζούκι είναι το Ελληνικό λαϊκό εθνικό όργανο, θα πρέπει να περάσει στη συνείδηση όλων
αυτών που κατά καιρούς διαχειρίζονται τον πολιτισμό στην Ελλάδα. Αυτό σημαίνει ότι το ίδιο το κράτος θα πρέπει να υποστηρίξει
και να προβάλλει το εθνικό λαϊκό μας όργανο, ιδρύοντας ακαδημία όπου θα μπορεί το μπουζούκι να διδάσκεται με ένα οργανωμένο τρόπο,
όπως άλλωστε έχει γίνει σε άλλες χώρες με τα εθνικά λαϊκά τους όργανα. Το εγχείρημα αυτό δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί και να
τελεσφορήσει από μεμονωμένες προσπάθειες ανθρώπων – μουσικών, όσο καλή πρόθεση και να έχουν. Απ’ την άλλη πλευρά, εκτός από
την εκπαίδευση στην οποία αναφέρθηκα, θα πρέπει να αναζητηθεί το μέσο που θα μπορέσει να αναδείξει ξανά με κάποιο τρόπο το μπουζούκι.
Το μέσο αυτό μπορεί να είναι οργανική μουσική, που θα έδινε την δυνατότητα ανάδειξης του μπουζουκιού ανεξάρτητα πλέον από το τραγούδι.
Μπορεί να μετέχει και σε ένα είδος τραγουδιού που εν πρώτοις μπορεί να δείχνει ξένο ως προς το μπουζούκι, ακόμη και σε τραγούδια ή μουσική
ξένου ρεπερτορίου. Με άλλα λόγια, ο τρόπος της συμμετοχής του και της προβολής του δεν θα πρέπει να αναζητηθεί στα παλαιά στερεότυπα
που μέχρι τώρα είχαμε συνηθίσει αλλά χρειάζονται πιο τολμηρές ιδέες και νέες προτάσεις.
Τηρουμένων των αναλογιών σε σχέση με τη λαϊκή μας μουσική αυτό έκαναν όλοι οι καινοτόμοι, από τον Βαμβακάρη τον Τσιτσάνη τον
Χιώτη τον Θεοδωράκη και τον Χατζιδάκι μέχρι σήμερα…..